του τύπου…

ειδήσεις, κριτικές, επικαιρότητα και άλλα...


******************************************************


"…Στον ελληνισμό, μετέχει κάποιος εθελουσίως. Είναι τιμή και ευθύνη η ελληνική ταυτότητα. Η ελληνικότητα δεν επιβάλλεται, αλλά κερδίζεται και αποδεικνύεται με αγώνες, θυσίες και ήθος. Πρόκειται για θεϊκό χάρισμα και όχι για καταναγκασμό. Ο ελληνισμός κανέναν δεν παρακαλάει.

Όποιος δεν θέλει να είναι Έλληνας, κακό του κεφαλιού του. Ας αρκεσθεί στη μίζερη και ελεεινή σκοπιανή ιδιότητα ή ας παραμείνει στην πνευματική αναξιοπρέπεια του κακώς εννοούμενου τοπικισμού και της γκρίνιας για τα κονδύλια. Αυτά δεν τα λέω για να δικαιολογήσω την κρατική απραξία, ούτε για να εθελοτυφλούμε μπροστά στον κίνδυνο από τη διείσδυση των πρακτόρων. Χρειάζεται συνεχής άμυνα και αντίσταση. Αλλά συγχρόνως δεν πρέπει να αποδίδουμε στους αργυρώνητους κομιτατζήδες καμιά ιδιότητα φοβερού και τρομερού μαζικού κινήματος αφελληνισμού. Εάν σώσουμε το όνομα της Μακεδονίας, οι πρακτορίσκοι πιθανότατα θα εξαφανισθούν μία για πάντα. Θα τους καταπιεί η ίδια η Ιστορία…"





Κυριακή 22 Αυγούστου 2010

Μη-συμβατικές σαπουνόφουσκες


Τα ημαρτημένα (βεβαίως, βεβαίως)
και οι μη-συμβατικές αερολογίες

Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη

Κυκλοφόρησε σχετικά πρόσφατα από τις εκδόσεις "Παπαζήση" το βιβλίο: "Τα ημαρτημένα του Λεξικού Μπαμπινιώτη" (Σελίδες: 765 - Ημ. Έκδοσης: 27/05/2010), ένα νέο μαργαριτάρι των μη-συμβατικών θεωριών με θέμα (υποτίθεται) την κριτική του Λεξικού Μπαμπινιώτη, αλλά στην πραγματικότητα (όπως ομολογούν και οι ίδιοι) την πολεμική εναντίον της παγκοσμίως αποδεκτής επιστημονικής θεωρίας της ινδοευρωπαϊκής οικογενείας γλωσσών και την προβολή ψευδοθεωριών Παραφιλολογίας και Παραγλωσσολογίας. Συγγραφείς αυτού του πονήματος, ο συνταξιούχος καθηγητής Κοινωνιολογίας της Παντείου κ. Βασ. Φίλιας και ο κ. Γιάννης Πρινιανάκης (μηχανολόγος!), συγγραφέας δύο άλλων παραληρηματικών έργων: "Γλώσσα ελληνική: Η γλώσσα των γλωσσών" και "Η γλώσσα των Ελλήνων είναι η γλώσσα που ομιλεί η φύση"!
Παραθέτω από το οπισθόφυλλο του εν λόγω βιβλίου:
Η παρούσα εργασία, στηριζόμενη σε ισχυρή τεκμηρίωση και με συγκεκριμένα στοιχεία, καταρρίπτει την ινδοευρωπαϊκή θεωρία. Σκοπός των συγγραφέων είναι να καταδείξουν το ετοιμόρροπο και ασταθές του ινδοευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά και το πώς αυτό οδηγεί στην ακατανοησία της ελληνικής γλώσσας, και όχι να προσθέσουν μια ακόμα επίκριση στο έργο του κ. Μπαμπινιώτη. Το λεξικό Μπαμπινιώτη αποτελεί κατά τη γνώμη μας, την χαοτική έκφραση μιας αντιεπιστημονικότητας, γι αυτό και επικρίνεται τόσο για τις αστήρικτες ετυμολογίες του όσο και για το ότι αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυθαίρετης εφαρμογής αυτής της αστήρικτης ινδοευρωπαϊκής θεωρίας στην πράξη. Το ανά χείρας έργο δεν θα είχε λόγο υπάρξεως, εάν το αντικείμενο πού πραγματεύεται ο λεξικογράφος δεν το επέβαλλε, αφ' ενός μέν διότι αφορά την «ολομέλεια» του έθνους, αφ' ετέρου δέ διότι "το τω σμήνει μη συμφέρον ουδέ τη μελίσση συμφέρει" κατά την ρήσιν τού εστεμμένου φιλόσοφου, Μάρκου Αυρηλίου [εις εαυτόν, ΣΤ',νδ'] Η συγγραφή μας στέκεται απέναντι στα ατεκμηρίωτα ινδοευρωπαϊκά, πού αίρουν τις αμαρτίες και την ημιμάθεια των μετριοτήτων, αλλά και των εν πλήρει συγχύσει τελούντων ινδοευρωπαιστών. Για εμάς τούς εναπομείναντες πιστούς των γκρεμισμένων Παρθενώνων και των ορφανών Καρυάτιδων, για εμάς τους θαυμαστές των θρυμματισμένων ειδώλων και των αθανάτων ιδεών, η γλώσσα είναι θρησκεία και της θρησκείας αυτής αρχιεροφάντης, αρχιερέας και αρχιμυσταγωγός είναι ο Όμηρος και ιερείς του οι Αισχύλοι, οι Πλάτωνες, οι Αριστοτέληδες, οι Ηράκλειτοι, οι Επίκουροι,οι Αριστοφάνηδες, οι Πλούταρχοι πειθόμενοι τοις κοίνων ρήμασι πορευόμαστε και όχι τοις των θεραπόντων των ανυπάρκτων Ινδοευρωπαίων.

Απόλυτα μας εκφράζει ο λόγος του Ψυχάρη [Το ταξίδι μου, Εισαγωγή] :
"Γλώσσα και πατρίδα είναι το ίδιο. Να πολεμά κανείς για την πατρίδα του ή για την εθνική του γλώσσα ένας είναι ο αγώνας. Πάντα αμύνεται περί πάτρης".

(Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη «"Μη-συμβατικές" θεωρίες: Οι κερδοσκόποι του "ελληνισμού" και ο φενακισμός των αφελών»)

Παραφιλολογία και Παραγλωσσολογία
"...Ένα από τα προσφιλέστερα πεδία ενασχόλησης και παραλογισμού των οπαδών των «μη-συμβατικών» θεωριών, είναι ο τομέας της Γλώσσας και ειδικότερα ο επιστημονικός κλάδος της Γλωσσολογίας […] Προφανώς η Γλωσσολογία δεν τους απασχολεί ως καθεαυτό επιστημονικό αντικείμενο, αλλά πάντοτε σε σχέση με την Ιστορία και την Προϊστορία, με τις οποίες την συνδέουν μέσα από έναν κυκεώνα φαιδρολογημάτων και αερολογιών […] Αυτού του είδους τις γλωσσικές και γλωσσολογικές ταχυδακτυλουργίες, τις κατατάσσω στην λεγόμενη «μη-συμβατική» Γλωσσολογία.
Η «μη-συμβατική» Γλωσσολογία είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος όπου αποχαλινώνονται πλήρως όλοι εκείνοι. που κατέχοντας μερικά κολυβογράμματα, πιστεύουν ότι είναι έτοιμοι να αποφανθούν για οτιδήποτε έχει σχέση με την ελληνική Γλώσσα και Γραφή επί των οποίων αυτοανακηρύσσονται ειδήμονες και παντογνώστες. […] Αν κάποιος έχει την υπομονή να ανατρέξει σε γλωσσολογικές και γλωσσικές «αναλύσεις» των διαφόρων οπαδών της «μη-συμβατικής» Γλωσσολογίας και έχει στοιχειώδεις γνώσεις πάνω στο θέμα και κυρίως απλή λογική, θα «πάθει μεν την πλάκα του», για να χρησιμοποιήσω την τρέχουσα λαϊκή έκφραση, από τις απίθανες συγκρίσεις και τα εξωφρενικά συμπεράσματα, αλλά τον διαβεβαιώνω ότι θα εξασφαλίσει γέλιο για τα επόμενα δέκα τουλάχιστον χρόνια! (βλ. χαρακτηριστικό κείμενο στα Παραρτήματα – α΄ Το μυστήριο του Ελληνικού αλφαβήτου»).
Θα πρέπει βέβαια να παραδεχθώ ότι το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά ιθαγενές και αυτού του τύπου οι γλωσσολογικές «αναλύσεις» έχουν βεβαρημένο παρελθόν και σε βάθος χρόνου, αλλά και από τους πάμπολλους θιασώτες του είδους, κάθε ηλικίας και εθνικότητας. Οι Γερμανοί Ακαδημαϊκοί έχουν μάλιστα και μια συγκεκριμένη έκφραση για τις αφελείς και απλοϊκές αυτές «αναλύσεις» και τους επίδοξους αυτούς «γλωσσολόγους» που «ελαφρά τη καρδία» (και με ακόμη ελαφρότερο μυαλό θα έλεγα), παρασυρμένοι από κάποιες ηχητικές κυρίως ομοιότητες μεταξύ λέξεων διαφορετικών γλωσσών, καταλήγουν σε φαιδρά και ανυπόληπτα συμπεράσματα περί συγγενείας γλωσσών και διαλέκτων, τελείως ασχέτων μεταξύ τους και το σπουδαιότερο, σε συγγένειες και καταγωγές φυλών και λαών, που ούτε κατά φαντασία θα μπορούσαν να έχουν σχέση. Αυτές οι ηχητικές ομοιότητες αποκαλούνται “kling-klang ähnlichkeiten”, που περιγράφουν επακριβώς την κατάσταση.[…]
Η Γλωσσολογία, αυτός ο τόσο ενδιαφέρων, αλλά εξ ίσου ταλαιπωρημένος από ευφάνταστους ερασιτέχνες επιστημονικός κλάδος, έχει πραγματοποιήσει εκπληκτική πρόοδο από τον 19ο αιώνα, όταν ουσιαστικά τέθηκαν τα θεμέλια της σύγχρονης Γλωσσολογίας, μέχρι σήμερα. Ειδικότερα, δύο τομείς της, η Συγκριτική Γλωσσολογία (Comparative Linguistics), που εξετάζει με τις σχέσεις συγγένειας μεταξύ διαφόρων γλωσσών και η Ιστορική Γλωσσολογία (Historical Linguistics), που μελετά τις μεταβολές που υφίσταται μια γλώσσα στο πέρασμα του χρόνου (Διαχρονία), έχουν να επιδείξουν εντυπωσιακά πράγματι αποτελέσματα. Έτσι, είμαστε σήμερα σε θέση να παρακολουθήσουμε όχι μόνον την πορεία μιας γλώσσας συνολικά στο πέρασμα των αιώνων, αλλά και μιας συγκεκριμένης λέξης, από την σημερινή της μορφή μέχρι το απώτερο παρελθόν. Μπορούμε μάλιστα να ανασυστήσουμε την προγονική μορφή της που είχε αρχικά με βάση συγκεκριμένους και αυστηρούς γλωσσολογικούς κανόνες και νόμους. Οι παλαιότεροι και ίσως πλέον γνωστοί από αυτούς τους νόμους της Γλωσσολογίας είναι ο νόμος του Grimm (1822) και ο νόμος του Verner (1875), που ερμηνεύουν τις φωνητικές αλλαγές μέσω των οποίων διαφοροποιήθηκαν βαθμιαία οι σημερινές θυγατρικές Αριοευρωπαϊκές (Ινδοευρωπαϊκές) γλώσσες από την αρχική αριοευρωπαϊκή πρωτογλώσσα (βλ. σχετικά την ανάρτηση του παρόντος ιστολογίου: Η μεθοδολογία της Ιστορικής Γλωσσολογίας http://ethnologic.blogspot.com/2009/10/blog-post_14.html).
Αυτό λοιπόν το «σπορ», που ιδιαίτερα τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα διάφοροι ερασιτέχνες επιδίδονταν μετά μανίας, δηλ. τα γλωσσολογικά «παιχνίδια εικασίας» (guessing games) με τις συγκρίσεις διαφόρων ομόηχων λέξεων από δύο ή περισσότερες γλώσσες και την εξαγωγή συμπερασμάτων για τις φυλετικές, ανθρωπολογικές, εθνολογικές και πολιτιστικές συγγένειες μεταξύ ασχέτων λαών, μόνον ως παραδοξότητες ή και γελοιότητες μπορούν να εκληφθούν στην σημερινή εποχή. Ας δώσουμε μερικά παραδείγματα : Η λέξη για τον οφθαλμό στην Νεοελληνική είναι μάτι και στην Μαλαϊκή (την γλώσσα των κατοίκων της Μαλαισίας και κάποιων γειτονικών περιοχών στην ΝΑ Ασία) είναι μάτα (mata). Το ρήμα τρώγω στην αρχαία Ελληνική ήταν εσθίω, στην Γερμανική έσσεν (essen) και στην διάλεκτο του Ριφ (Rif, Δυτ. Αλγερία) της βερβερικής γλώσσας είναι esh-εςς (ςς , σσ = παχύ σίγμα), ενώ η αρχαιοελληνική λέξη αίγα (κατσίκα) έχει το αντίστοιχό της στην βερβερική διάλεκτο Σσίλα (Shilha, Μαρόκο) όπου η αίγα-κατσίκα λέγεται άγιαντ (a-yad) - βλ. σχετικά James M. Anderson: Structural Aspects of Language Change, London 1973, σελ. 69.
Τέτοιες τυχαίες ηχητικές ομοιότητες λέξεων υπάρχουν μεταξύ όλων των γλωσσών του κόσμου και παύουν να είναι τυχαίες μόνον όταν η επιστημονική έρευνα, ακολουθώντας συγκεκριμένη μεθοδολογία και αυστηρούς γλωσσολογικούς κανόνες και Νόμους, αποδείξει ότι υπάρχει γλωσσική συγγένεια ή πιστοποιήσει ότι είναι απλώς γλωσσικά δάνεια (βλ. σχετικά στα Παραρτήματα – ιε΄ Ετυμολογικά και το εξαιρετικό βιβλίο του γλωσσολόγου Βασίλη Αργυρόπουλου: Αρχαιολατρία και Γλώσσα. Από την αναμενόμενη περιέργεια ή απορία που προκαλεί η ύπαρξη ομόηχων λέξεων (μάτι-μάτα, αίγα-άγιαντ) σε δύο τελείως διαφορετικές γλώσσες μέχρι το σημείο να αρχίσει η φαντασία να καλπάζει και να εφευρίσκεις απίθανες ετυμολογίες με τις οποίες επιχειρείς να αποδείξεις π.χ. ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν αποικίσει την Ελλάδα και είναι οι πραγματικοί δημιουργοί του αρχαιοελληνικού πολιτισμού ή να φαντάζεσαι ότι λόγω των παραπάνω ομοιοτήτων η γλώσσα των Βέρβερων της ΒΔ Αφρικής προήλθε από την ελληνική ή ακόμη πιο εξωφρενικά ότι οι Βέρβεροι είναι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, υπάρχει τεράστια απόσταση που μόνον τσαρλατάνοι, ημιμαθείς «παντογνώστες» ή ελληνέμποροι απατεώνες μπορούν να γεφυρώσουν...».
Μετά τα παραπάνω δεν έχω να προσθέσω τίποτα άλλο. Θα έλεγα απλώς "Μωραίνει Κύριος...", αλλά θεωρώ ότι πιο ταιριαστό είναι το "Ου γαρ έρχεται μόνον".
ΔΕΕ
 
Πηγή: http://ethnologic.blogspot.com/2010/08/blog-post.html

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Καραγκιόζηδες


Έθνος καραγκιόζηδων


ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ
Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Η απόφαση της UΝΕSCΟ που αναγνώρισε ως Τούρκο τον Καραγκιόζη, αντί να προκαλέσει ανακούφιση, εξόργισε την επιλεκτικά ευαίσθητη Ελλάδα. Αποστερείται, λένε, έτσι η χώρα μας από μιαν άυλη φιγούρα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Με κίνδυνο να δεχθώ και πάλι ποταμούς λάσπης, εγώ πληροφορήθηκα με ανακούφιση την απόφαση του διεθνούς αυτού πολιτιστικού οργανισμού να χρεώσει στα κουσούρια των πρώην δυναστών μας Οθωμανών και το καραγκιοζιλίκι. Γιατί εδώ και είκοσι χρόνια από τη στήλη αυτή στηλιτεύω την από μέρους των νεοελλήνων ηρωοποίηση του πρωταγωνιστή του Θεάτρου Σκιών και κυρίως την ανάδειξή του σε πρότυπο για τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας.
Στο «Βήμα» τής 29.12.1991, αναλύοντας την άποψή μου ότι «αυτός ο κακομούτσουνος και κακομοίρης είναι η συμπύκνωση μερικών από τα πιο απεχθή και χυδαία ελαττώματα που γέννησε η ανθρώπινη ψυχή», επεσήμαινα: «Είναι πρώτα πρώτα τεμπέλης. Παριστάνει ότι δήθεν θέλει να δουλέψει και γι΄ αυτό κατά καιρούς επαγγέλλεται τα πάντα (φούρναρης, γιατρός, δικηγόρος, μάγειρας κτλ., χωρίς να έχει οποιαδήποτε σχετική γνώση, με μόνη πρόθεση να ξεγελάσει τους άλλους για να τα κονομήσει».
Σταθερή επιδίωξή του να βγάλει λεφτά χωρίς να κοπιάσει. Αλλά όταν δεν αρκεί η απάτη καταφεύγει στην επόμενη εύκολη λύση, την κλοπή. Χωρίς μάλιστα να διστάζει να κατακλέβει τους κοντινούς του φίλους και συγγενείς (τον Χατζηαβάτη ή τον μπαρμπα-Γιώργο). Έτσι, εκτός από τις αρετές της φιλοπονίας και της εντιμότητας, εξευτελίζει και την υψηλή ανθρώπινη αρετή της φιλίας. Χαρακτηριστικό σύμβολο των απεχθών αυτών χαρακτηριστικών του είναι το μακρύ του χέρι. Για να κλέβει ευκολότερα αλλά και για να δέρνει. Και μάλιστα όχι κάποιους κακούς ή εχθρούς αλλά τα ίδια τα παιδιά του και τον καλοκάγαθο και ανιδιοτελή φίλο του Χατζηαβάτη. Ένα τέτοιο βρωμερό υποκείμενο είναι πολύ φυσικό να χαρακτηρίζεται από τη μέχρις εξευτελισμού αυτοταπείνωση έναντι των ισχυρών και τη βάρβαρη μεταχείριση των αδυνάτων. Είναι φυσικά και άδικος. Οσάκις «κονομήσουν» κάτι με τον Χατζηαβάτη, αναλαμβάνει τη μοιρασιά κατά τη γνωστή ρήση: «Τα δικά σου δικά μου και τα δικά μου δικά μου». Είναι και μισογύνης. Εκείνος τεμπελιάζει ή διδάσκει τα παιδιά του πώς να τον αντιγράψουν, ενώ η Καραγκιόζαινα ουδέποτε εμφανίζεται στη σκηνή αλλά κάπου στο βάθος κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού και δέχεται εντολές και βρισιές από τον τεμπελχανά σύζυγό της που είναι πάντα ξάπλα κατηγορώντας την άδικη κοινωνία. Ως οικογενειάρχης δεν αρκείται στο να δίνει το κακό παράδειγμα στα παιδιά του. Τους παραδίδει καθημερινά και μαθήματα κλοπής και απάτης ως μέσου πλουτισμού χλευάζοντας την εργασία, την εντιμότητα, τα γηρατειά.
Ο Καραγκιόζης σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου θα ήταν το κορυφαίο παράδειγμα προς αποφυγήν. Στην Ελλάδα έχει υιοθετηθεί επισήμως ως πρότυπο διαπαιδαγώγησης των παιδιών μας. Με τέτοια καραγκιοζιλίκια δεν είναι περίεργο πώς καταντήσαμε ο παρίας των πολιτισμένων εθνών και αυστηρά εποπτευόμενος λαός ως κατ΄ επάγγελμα απατεώνας και διεφθαρμένος.
Ας σημειωθεί ότι ορθώς φαίνεται πως διεκδίκησαν οι γείτονές μας την τουρκική ταυτότητά του. Στη γενέτειρά του Προύσα, στην είσοδο του μεγαλύτερου εκεί τεμένους, υπάρχει εντοιχισμένη η φιγούρα του Καραγκιόζη. Η εξήγηση που μου εδόθη από τον τούρκο ξεναγό ήταν ότι όταν ανεγείρετο το τζαμί ο Καραγκιόζης σύχναζε εκεί διηγούμενος τα ειδεχθή κατορθώματά του. Καθώς χλεύαζε την εργατικότητα των χτιστών προκαλούσε καθυστέρηση στην πρόοδο της ανοικοδόμησης. Έτσι είδε και απόειδε ο επόπτης του έργου και τον αποκεφάλισε.
Μετά τον επίσημο εκτουρκισμό του, μακάρι, απαλλασσόμενοι εμείς οι Έλληνες από την απεχθή κληρονομιά του, να πάψουμε πια να είμαστε έθνος καραγκιόζηδων. Αν δεν είναι αργά.